Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020

Στο εσωτερικό των μηχανισμών - Ευγένιος Αρανίτσης

 

Παράδοξα  - Αναδημοσίευση από την Ελευθεροτυπία

Του ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΑΡΑΝΙΤΣΗ

Στο εσωτερικό των μηχανισμών

 

Κατά μήκος μιας παράδοσης που ίσως έληξε με τη δημόσια δολοφονία του Κένεντι, η αναγνώριση της ιδιότητας του πολιτικού, σ' ένα ορισμένο πρόσωπο, επέτρεπε να διακρίνεις το φάσμα των θεσμικών βαθμίδων που εκπροσωπούνταν στην παρουσία του μέχρι τον αρχικό εγγυητή τους, όποιος κι αν ήταν αυτός, δηλαδή να αναγνωρίζεις τη συμβολική διαδρομή των εξαρτήσεων από κάποιου είδους πατρότητα ή Νόμο, ασχέτως του αν γινόταν καλή ή κακή χρήση των συγκεκριμένων πηγών εξουσίας· τώρα, βλέπεις απλώς έναν υπάλληλο, έστω τον υπ' αρ. 1 υπάλληλο, που κινείται στα βάθη μιας τεχνικού τύπου «διαφάνειας», κάνοντας οτιδήποτε θα έκανε ούτως ή άλλως, σαν σε reality show.

Η ίδια η κλειδαρότρυπα, για να είμαστε σαφείς, και αντίθετα απ' ό,τι λέγεται, έχει περάσει στα αζήτητα, καθώς προϋπέθετε έναν σωματικό και ψυχικό οφθαλμό που είχε επίγνωση των κινδύνων του εγχειρήματος και κινούνταν με σύμμαχο το σκοτάδι και τα επαγγελματικά αντίδοτα κατά της ενοχής.

 

Η διαφάνεια, λοιπόν, που επικαλούνταν κάποτε το πολιτικό σύστημα ήταν διαφάνεια αξιών, καλών ή κακών, τις οποίες ο καθένας τιμούσε ή ευτέλιζε: σήμερα η διαφάνεια πρέπει κι εκείνη να ανήκει αποκλειστικά στην τάξη μιας διαπερατότητας τρόπον τινά οπτικής, τηλεματικής. Δεν είναι ίσως, ακόμη, απόλυτα προφανές, τουλάχιστον στην Ελλάδα, όμως όλα δείχνουν ότι η τάση των εξελίξεων ωθεί το πολιτικό σύστημα σε καθεστώς πλήρους εξάρτησης από το τηλεοπτικό σκηνικό κατ' αρχάς και στη συνέχεια απ' το διαδικτυακό, τα οποία, σε αντάλλαγμα, ζητούν όλο και περισσότερη «διαφάνεια», ξεκινώντας απ' αυτήν που εξασφαλίζεται με την κατεδάφιση των ορίων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου. Η συμπτωματολογία που περιγράφεται με την απαρίθμηση των περιπτώσεων εισόδου στη Βουλή ατόμων που ήταν αναγνωρίσιμα επί τη βάσει του «ηνωστός είναι κάποιος που γίνεται διάσημος επειδή είναι γνωστός», όπως πολύ σωστά τέθηκε δεν θυμάμαι από ποιον, είναι επακόλουθο αυτής της συναίρεσης φαινομένων και αξιών. Αν και συζητήθηκε τις ένδοξες μέρες της Τσιτσολίνα, ως ευρωπαϊκός αστεϊσμός, η κοινωνιολογικά υπολογίσιμη δυναμική που αναπτύχθηκε με την προώθηση του Ρίγκαν, του ηθοποιού ο οποίος ορκίστηκε πρόεδρος, οδηγείται τώρα σε ευτράπελες κορυφώσεις σαν εκείνη του Σβαρτσενέγκερ, αφήνοντας, παγκοσμίως, περιθώρια για μια λεγεώνα από αθλητές, μοντέλα, ηθοποιούς και φιγούρες της τηλεόρασης που συνωστίζονται στο κατώφλι μιας πολιτικής εμπειρίας καταγεγραμμένης πλέον, αναγκαστικά, σαν αυτό ακριβώς που είναι, δηλαδή: θέαμα.

 

Από μια τέτοια σκοπιά και ενώ ο Αρνολντ εξακολουθεί να γυμνάζει τους κοιλιακούς του, η «διαφάνεια» είναι κιόλας δεδομένη και θα έλεγε κανείς ότι οι επιδράσεις αυτής της κακώς εννοούμενης «ελευθερίας» πρόσβασης στην αγοραία ιδιωτικότητα παρεμποδίζουν, αντισταθμιστικά, την εσωτερική διαφάνεια, εκείνη των θεσμών, της ευθύνης κ.λπ., εφόσον παραμένει ηλίου φαεινότερον ότι η αποκλίνουσα απ' τον ηθικό νόμο πολιτική συμπεριφορά δεν λογοδοτεί σε κανέναν, είτε στην Καλιφόρνια, είτε στην Ιταλία, είτε εδώ, είτε στην Ρωσία, είτε οπουδήποτε. Ωστόσο, δεν πρόκειται περί αυτού αλλά για μια τρίτη, συγκεχυμένη, κατάσταση, όπου διαφάνεια και αδιαφάνεια συναιρούνται, όπως συναιρούνται το έγκλημα και η διεθνής έννομη τάξη μέσω του ρόλου των ΗΠΑ στις πολεμικές ζώνες. Η ίδια η απογείωση της διαφθοράς συνεπάγεται (ή προϋποθέτει) την ενίσχυση της άνωσης που φέρνει στην επιφάνεια όλο και πιο ασυγχώρητα σκάνδαλα, τα οποία συγχωρούνται αμέσως. Μ' άλλα λόγια, δεν είναι πια ο έλεγχος του τύπου, πόσω μάλλον του κοινοβουλίου, που οδηγεί στο ξεσκέπασμα των εστιών μόλυνσης αλλά η μόλυνση αυτή καθεαυτή, που γίνεται, με τη σειρά της, τηλεοπτική σαν από μια γιγάντια ροπή αντιστροφής των αληθειών μέσα στις ψευδαισθησιακές αναπαραστάσεις τους. Εκτοτε, σε μιαν ατέρμονη πλειοδοσία που θυμίζει τη διαλεκτική του εθισμού, χρειαζόμαστε όλο και περισσότερη «διαφάνεια» για να αποκαλύψουμε όλο και λιγότερα σκάνδαλα.

 

Αυτό εξηγεί και τη λήθη που συνοδεύει τις αποκαλύψεις, των οποίων ο θεωρητικά ξεδιάντροπος αντίκτυπος όχι μόνον ελαχιστοποιείται σε διάρκεια αλλά κυριολεκτικά εκμηδενίζεται λίγο πριν ο εκάστοτε υπαίτιος επανεμφανιστεί σε θέση-κλειδί, ή ξεκινήσει μια καινούρια καριέρα σε κάποιον άλλο τομέα, όπου θα τον υποδεχθούν και πάλι μετά βαΐων και κλάδων χάρη στη λεγόμενη «αναγνωρισιμότητα». Με το ηθικό σκέλος της διαφθοράς να ενσωματώνεται βαθμιαία στη νομιμοφάνεια των θεσμών («Ηθικό είναι ό,τι είναι νόμιμο»), η προοπτική του Συστήματος ενθαρρύνει μια πρακτική αντίληψη εποπτείας και διαπερατότητας, σύμφωνα με την οποία το οτιδήποτε νομιμοποιείται, αρκεί να φαίνεται -π.χ. το «Ολα στο φως» των Σημίτη και Τσουκάτου. Η εξάλειψη της μάστιγας δεν προτείνεται πλέον σαν μια ηθική απαίτηση αλλά σαν τεχνική προϋπόθεση «λειτουργικότητας» για μιαν αποτελεσματική μεταρρύθμιση του απαρχαιωμένου κοινωνικοοικονομικού μηχανισμού.

 

Ενα καλό παράδειγμα αυτής της συγχώνευσης ορατού και «ηθικού» δίνει η πολυσυζητημένη καινοτομία της «δημόσιας διαβούλευσης», που είναι όντως δημόσια αλλά όχι διαβούλευση φυσικά, και η οποία, ως στρατηγική, αξιοποιεί με επιτυχία το αδιαφοροποίητο «διαφάνειας» και αδιαφάνειας: κάθε ξεχωριστή βαθμίδα της εσωτερικής ζωής των διοικητικών δαιδάλων θα έρθει στο φως υποχρεωτικά, γεγονός που θα αναγγελθεί σαν μια επιπλέον νίκη της δημοκρατίας επί των παρασκηνίων, όμως εκείνο που έρχεται στο φως -το αντιλαμβανόμαστε πάντα με καθυστέρηση- είναι ψευδές και άνευ ενδιαφέροντος. Οπως είχε συμβεί με την ιδιωτική ζωή του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν η «διαφάνεια» είχε γνωρίσει τον πρώτο της κακό θρίαμβο, τα σκάνδαλα γίνονται, ανάποδα, το μέτρο μιας ορισμένης «ηθικής» που υποτίθεται ότι τα προϋποθέτει και που δεν υφίσταται, τάχα, εάν αυτά δεν αποκαλυφθούν. Ή όπως με το διαβόητο «βαθύ Πασόκ»· θα εξιλεωθεί κι εκείνο μέσα από ένα πρίσμα παράδοξης διαφάνειας που θα μας επιτρέπει να δούμε πόσο βαθύ υπήρξε: όσο βαθύτερο αποδειχθεί τόσο πιο ισχυροί θα μας πουν ότι ήταν οι προβολείς της «διαφάνειας».

 

Αναλόγως, η διαπλοκή, όπως την είχε ονομάσει ο Κ. Μητσοτάκης, όχι μόνον δεν εξαλείφεται αλλά νομιμοποιείται διά της «διαφάνειας», αρχικά τηλεοπτικής, ώσπου να αποκτήσει κύρος θεσμού σ' έναν κόσμο όπου η «αναγνωρισιμότητα» είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, η μητέρα όλων ανεξαιρέτως των θεσμών. Κάποτε οι υπάλληλοι των εταιρειών δούλευαν ο καθένας στο γραφείο του· τώρα εργάζονται σ' έναν μεγάλο, ενιαίο χώρο, πίσω από χαμηλά διαφανή χωρίσματα, όπως στην Ουάσιγκτον ή στο Ντάλας, και το να πιστέψουμε ότι αυτή η ρυμοτομία υιοθετήθηκε προκειμένου να καταστεί εντατικότερος ο έλεγχος θα ήταν υπερβολικά αισιόδοξο· κατ' ουσίαν, επιδιώκεται και εδώ η συμφιλίωση με το μάτι της κάμερας, προς το παρόν απλώς ανθρώπινο: η διαφάνεια του μοντέρνου κόσμου προωθεί την αποενοχοποίηση όλων των δραστηριοτήτων. Παρομοίως και για την πολιτική εντιμότητα του μέλλοντος: κανείς δεν θα αμφισβητεί την ειλικρίνεια των πολιτικών αρκεί αυτοί να είναι απλώς «διάφανοι», τουτέστιν χωρίς ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Δεν θα χάσουν και πολλά..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου